Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δασομυωξός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
δασομυωξ
ός
οι
δασομυωξ
οί
γενική
του
δασομυωξ
ού
των
δασομυωξ
ών
αιτιατική
τον
δασομυωξ
ό
τους
δασομυωξ
ούς
κλητική
δασομυωξ
έ
δασομυωξ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δασομυωξός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δασομυωξός
αρσενικό
μικρό
τρωκτικό
της οικογένειας των μυωξιδών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δασομυωξός
γαλλικά
:
loir
(fr)