Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

δασμολογήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος δασμολογώ
  2. θα δασμολογήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος δασμολογώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

δασμολογήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δασμολόγηση