Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γραμμή εργαλείων < εργαλείων
 
Η γραμμή εργαλείων μιας εφαρμογής.

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γραμμή εργαλείων θηλυκό

Ταυτόσημο επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία