γιαπί
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | γιαπί | τα | γιαπιά |
γενική | του | γιαπιού | των | γιαπιών |
αιτιατική | το | γιαπί | τα | γιαπιά |
κλητική | γιαπί | γιαπιά | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γιαπί ουδέτερο