Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

γεωμόρος < γῆ και μείρομαι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γεωμόρος αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία