γαϊδουρόφωνων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαγαϊδουρόφωνων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του γαϊδουρόφωνος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του γαϊδουρόφωνος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του γαϊδουρόφωνος