↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γατοτροφή οι γατοτροφές
      γενική της γατοτροφής των γατοτροφών
    αιτιατική τη γατοτροφή τις γατοτροφές
     κλητική γατοτροφή γατοτροφές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
γατοτροφή < γατο- + τροφή, (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική catfood)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γατοτροφή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • γατοτροφήΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)