γαμπρή
Κατωιταλικά (grk-ita) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γαμπρή θηλυκό
- η νύφη (κοπέλα που παντρεύεται)
Πηγές επεξεργασία
- Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 11.
γαμπρή θηλυκό