γάλακτι χηνός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
γάλακτι χηνός
- από γάλα χήνας (έκφραση για απίστευτη, απίθανη πολυτέλεια)
- ※ 4ος αιώνας πκε Εύβουλος, κωμωδιογράφος, Αποσπάσματα, 90, 5 @books.google & στον Αθήναιο, Δειπνοσοφισταί, 12,78 @scaife.perseus
Δείτε επίσης επεξεργασία
- νέα ελληνικά και του πουλιού το γάλα
- φέρει καὶ ὀρνίθων γάλα
Πηγές επεξεργασία
- χήν - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.