βρεσίδι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | βρεσίδι | τα | βρεσίδια |
γενική | του | βρεσιδιού | των | βρεσιδιών |
αιτιατική | το | βρεσίδι | τα | βρεσίδια |
κλητική | βρεσίδι | βρεσίδια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- βρεσίδι < αρχαία ελληνική εὔρεσις
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβρεσίδι ουδέτερο
Μεταφράσεις
επεξεργασία βρεσίδι
|