Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βούλομαι < ρίζα βολ-, όπως και βουλή, ομηρ. βόλομαι • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

βούλομαι

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



  Ετυμολογία

επεξεργασία
βούλομαι < λείπει η ετυμολογία

βούλομαι

  1. θέλω, επιθυμώ
  2. προτιμώ

Συγγενικά

επεξεργασία
 ετυμολογικό πεδίο 
βουλ- 
  • → δείτε και τη λέξη βάλλω

→ λείπει η κλίση