Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βουζούνι τα βουζούνια
      γενική του βουζουνιού των βουζουνιών
    αιτιατική το βουζούνι τα βουζούνια
     κλητική βουζούνι βουζούνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βουζούνι < βυζούνι< βύζα+ κατάλ. -ούνι και ως παράγωγο μεγέθυνσης βούζανας

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βουζούνι ουδέτερο, είδος εξανθήματος που συνήθως βγαίνει στο τράχηλο μετά την εφηβεία κατ΄ ευφημισμό καλόγερος

  Μεταφράσεις επεξεργασία