• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

βουβάλα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βουβάλα οι βουβάλες
      γενική της βουβάλας των βουβαλών
    αιτιατική τη βουβάλα τις βουβάλες
     κλητική βουβάλα βουβάλες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
→ δείτε τη λέξη  βουβάλι

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vuˈva.la/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

βουβάλα θηλυκό

  • (θηλαστικό ζώο) το θηλυκό βουβάλι
  • (μεταφορικά, μειωτικό) γυναίκα παχύσαρκη και δυσκίνητη

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    βουβάλα

→ δείτε τη λέξη βουβάλι

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=βουβάλα&oldid=5703563"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιουνίου 2023, στις 03:18

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • Română
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιουνίου 2023, στις 03:18.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας