Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βινύλ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
βινύλ
<
λόγιο ενδογενές δάνειο
:
διαγλωσσική ορολογία
vinyl
<
λατινική
vinum
+
αρχαία ελληνική
ὕλη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
βινύλ
ουδέτερο
άκλιτο
(
σπάνιο
)
άλλη μορφή
του
βινύλιο
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
βινύλιο
,
οίνος
και
ύλη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βινύλ
→
δείτε
τη λέξη
βινύλιο