βιντεοπειρατής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βιντεοπειρατής < βιντεοπειρατεία
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιντεοπειρατής αρσενικό
- πρόσωπο που ασχολείται με τη βιντεοπειρατεία
Μεταφράσεις επεξεργασία
βιντεοπειρατής
|
βιντεοπειρατής αρσενικό
|