βεγγαλικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαβεγγαλικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βεγγαλικό
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαβεγγαλικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του βεγγαλικός