Ετυμολογία

επεξεργασία

βασικά < βασικός

Επίρρημα

επεξεργασία

βασικά

  • όσον αφορά τη βάση ενός ζητήματος, τα στοιχειώδη ή κυριότερα μέρη του

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία