Ετυμολογία

επεξεργασία
βανδαλικά < βανδαλικ(ός) +

  Επίρρημα

επεξεργασία

βανδαλικά

  • κατά βανδαλικό τρόπο

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

βανδαλικά