Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βαθμός Φαρενάιτ < → δείτε τη λέξη βαθμός & τον Ντάνιελ Γκάμπριελ Φαρενάιτ

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

βαθμός Φαρενάιτ αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία