Ετυμολογία

επεξεργασία
αὐτόνοος < αὐτός + νόος

  Επίθετο

επεξεργασία

ὁ, ἡ αὐτόνοος, τό αὐτόνοον

  1. ασυναίρετη μορφή του επιθέτου αὐτόνους
  2. Αὐτόνοος, το όνομα ενός Τρώα που αναφέρεται στην Ιλιάδα
  3. Αὐτονόη, νύμφη. Με το ίδιο όνομα Αὐτονόη αναφέρεται και μία υπηρέτρια της Πηνελόπης, στην Ιλιάδα

Συγγενικά

επεξεργασία