Ετυμολογία

επεξεργασία
αἰτέω < *αἶτος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂eiti (συγγενές με τα αἴνυμαι, αἶσα, αἴτιος)

αἰτέω - αἰτῶ (συνηρημένο)


Συγγενικά

επεξεργασία