αφραγκία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αφραγκία < άφραγκ(ος) + -ία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αφραγκία θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Φράγκος
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη αψιλία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αφραγκία
|