• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αυτοδιάθεση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτοδιάθεση οι αυτοδιαθέσεις
      γενική της αυτοδιάθεσης* των αυτοδιαθέσεων
    αιτιατική την αυτοδιάθεση τις αυτοδιαθέσεις
     κλητική αυτοδιάθεση αυτοδιαθέσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, αυτοδιαθέσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αυτοδιάθεση < αυτο- + διάθεση (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική autodétermination)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αυτοδιάθεση θηλυκό

  • (πολιτική) το δικαίωμα ενός λαού να επιλέγει τη μορφή διακυβέρνησης και το πολιτικό καθεστώς καθώς και να ρυθμίζει την εθνική του υπόσταση

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αυτοδιάθεση
  • αγγλικά : self-determination (en)
  • γαλλικά : autodétermination (fr)
  • εβραϊκά : הגדרה עצמית (he)
  • ισπανικά : autodeterminación (es)
  • ρωσικά : самоопределе́ние (ru) (samoopredelénije)
  • σερβικά : osamostaljivanje (sr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αυτοδιάθεση&oldid=7124670"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:55

Γλώσσες

    • English
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Μαΐου 2025, στις 17:55.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας