Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυξότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αυξότητ
α
οι
αυξότητ
ες
γενική
της
αυξότητ
ας
των
αυξοτήτ
ων
αιτιατική
την
αυξότητ
α
τις
αυξότητ
ες
κλητική
αυξότητ
α
αυξότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αυξότητα
<
μεσαιωνική ελληνική
αυξότητα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αυξότητα
θηλυκό
άλλη μορφή
του
αύξηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αυξότητα
→
δείτε
τη λέξη
αύξηση