• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αρχιπυροσβέστης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Δείτε επίσης
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αρχιπυροσβέστης οι αρχιπυροσβέστες
      γενική του αρχιπυροσβέστη των αρχιπυροσβεστών
    αιτιατική τον αρχιπυροσβέστη τους αρχιπυροσβέστες
     κλητική αρχιπυροσβέστη αρχιπυροσβέστες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αρχιπυροσβέστης < αρχι- + πυροσβέστης

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aɾ.çi.pi.ɾoˈzve.stis/
τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐χι‐πυ‐ρο‐σβέ‐στης

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αρχιπυροσβέστης αρσενικό (θηλυκό αρχιπυροσβέστρια)

  • (βαθμός πυροσβεστικής) υπαξιωματικός της πυροσβεστικής υπηρεσίας, με βαθμό αντίστοιχο του αρχιλοχία στο στρατό

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • πυρονόμος (↑ανώτερος)
  • υπαρχιπυροσβέστης (↓κατώτερος)

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αρχιπυροσβέστης
  • αγγλικά : fire sergeant (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αρχιπυροσβέστης&oldid=5574020"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Ιουλίου 2022, στις 18:29

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Ιουλίου 2022, στις 18:29.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας