αρχικουμούνι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αρχικουμούνι | τα | αρχικουμούνια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | αρχικουμούνι | τα | αρχικουμούνια |
κλητική | αρχικουμούνι | αρχικουμούνια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίααρχικουμούνι ουδέτερο
- (πολιτική, προφορικό, υβριστικό) άλλη μορφή του αρχικομμουνιστής (με απαξιωτική - μειωτική έμφαση)
Μεταφράσεις
επεξεργασία αρχικουμούνι
|