Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αρπίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αρπίστρι
α
οι
αρπίστρι
ες
γενική
της
αρπίστρι
ας
των
αρπιστρι
ών
αιτιατική
την
αρπίστρι
α
τις
αρπίστρι
ες
κλητική
αρπίστρι
α
αρπίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
αρχαίο πήλινο αγαλματίδιο
αρπίστριας
(Μουσείο Λούβρου)
Ετυμολογία
επεξεργασία
αρπίστρια
<
αρπιστής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αρπίστρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
) →
δείτε
τη λέξη
αρπιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αρπίστρια
γαλλικά
:
harpiste
(fr)