↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αριθμητής οι αριθμητές
      γενική του αριθμητή των αριθμητών
    αιτιατική τον αριθμητή τους αριθμητές
     κλητική αριθμητή αριθμητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αριθμητής < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αριθμητής αρσενικό

  • (μαθηματικά) ο όρος του κλάσματος που βρίσκεται πάνω από τη γραμμή
    ⮡  στο κλάσμα:  , ο   είναι ο αριθμητής και ο   ο παρονομαστής

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

αριθμητής