πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αριθμητής οι αριθμητές
      γενική του αριθμητή των αριθμητών
    αιτιατική τον αριθμητή τους αριθμητές
     κλητική αριθμητή αριθμητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αριθμητής αρσενικό

  • (μαθηματικά) ο όρος του κλάσματος που βρίσκεται πάνω από τη γραμμή
      στο κλάσμα: , ο είναι ο αριθμητής και ο ο παρονομαστής

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

αριθμητής