Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο απωθητής οι απωθητές
      γενική του απωθητή των απωθητών
    αιτιατική τον απωθητή τους απωθητές
     κλητική απωθητή απωθητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

απωθητής < απωθώ + -ητής • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

απωθητής αρσενικό