Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποφαλακρώνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποφαλακρώνω
<
αρχαία ελληνική
ἀποφαλακρόω
<
ἀπό
+
φαλακρός
<
φαλός
(<
φάω
) +
ἄκρος
Ρήμα
επεξεργασία
αποφαλακρώνω
κάνω
κάποιον
φαλακρό
αποψιλώνω
≈
συνώνυμα
:
:
απογυμνώνω
,
αποδασώνω
,
αποψιλώνω
,
εκδασώνω
,
ερημώνω
≠
αντώνυμα
:
:
αναδασώνω
,
δασώνω
,
δενδροφυτεύω
,
φυτεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποφαλακρώνω