Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.po.tel.maˈto.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αποτελματώνω

αποτελματώνω, αόρ.: αποτελμάτωσα, παθ.φωνή: αποτελματώνομαι, π.αόρ.: αποτελματώθηκα, μτχ.π.π.: αποτελματωμένος

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία