Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απομονωμένα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
απομονωμένα
<
απομονωμένος
Επίρρημα
επεξεργασία
απομονωμένα
ξέχωρα
, σε
απόσταση
από τους άλλους, χωρίς
δεσμό
με άλλους
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απομονωμένα
γαλλικά
:
isolément
(fr)