απογράφομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
απογράφομαι
- παθητική φωνή του ρήματος απογράφω
Κλίση
επεξεργασία Παθητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | απογράφομαι | απογραφόμουν(α) | θα απογράφομαι | να απογράφομαι | ||
β' ενικ. | απογράφεσαι | απογραφόσουν(α) | θα απογράφεσαι | να απογράφεσαι | (απογράφου) | |
γ' ενικ. | απογράφεται | απογραφόταν(ε) | θα απογράφεται | να απογράφεται | ||
α' πληθ. | απογραφόμαστε | απογραφόμαστε απογραφόμασταν |
θα απογραφόμαστε | να απογραφόμαστε | ||
β' πληθ. | απογράφεστε | απογραφόσαστε απογραφόσασταν |
θα απογράφεστε | να απογράφεστε | (απογράφεστε) | |
γ' πληθ. | απογράφονται | απογράφονταν απογραφόντουσαν |
θα απογράφονται | να απογράφονται | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | απογράφτηκα | θα απογραφτώ | να απογραφτώ | απογραφτεί | ||
β' ενικ. | απογράφτηκες | θα απογραφτείς | να απογραφτείς | απογράψου | ||
γ' ενικ. | απογράφτηκε | θα απογραφτεί | να απογραφτεί | |||
α' πληθ. | απογραφτήκαμε | θα απογραφτούμε | να απογραφτούμε | |||
β' πληθ. | απογραφτήκατε | θα απογραφτείτε | να απογραφτείτε | απογραφτείτε | ||
γ' πληθ. | απογράφτηκαν απογραφτήκαν(ε) |
θα απογραφτούν(ε) | να απογραφτούν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | έχω απογραφτεί | είχα απογραφτεί | θα έχω απογραφτεί | να έχω απογραφτεί | απογραμμένος | |
β' ενικ. | έχεις απογραφτεί | είχες απογραφτεί | θα έχεις απογραφτεί | να έχεις απογραφτεί | ||
γ' ενικ. | έχει απογραφτεί | είχε απογραφτεί | θα έχει απογραφτεί | να έχει απογραφτεί | ||
α' πληθ. | έχουμε απογραφτεί | είχαμε απογραφτεί | θα έχουμε απογραφτεί | να έχουμε απογραφτεί | ||
β' πληθ. | έχετε απογραφτεί | είχατε απογραφτεί | θα έχετε απογραφτεί | να έχετε απογραφτεί | ||
γ' πληθ. | έχουν απογραφτεί | είχαν απογραφτεί | θα έχουν απογραφτεί | να έχουν απογραφτεί |
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απογράφομαι
|