• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

απλοποίηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η απλοποίηση οι απλοποιήσεις
      γενική της απλοποίησης* των απλοποιήσεων
    αιτιατική την απλοποίηση τις απλοποιήσεις
     κλητική απλοποίηση απλοποιήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, απλοποιήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
απλοποίηση < απλοποιώ + -ση (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική simplification)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

απλοποίηση θηλυκό

  • η ενέργεια και το αποτέλεσμα του απλοποιώ
    συζητείται μια πρόταση για την απλοποίηση της ελληνικής γραφής

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    απλοποίηση
  • αγγλικά : simplification (en)
  • γαλλικά : simplification (fr)
  • γερμανικά : Vereinfachung (de)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=απλοποίηση&oldid=5626621"
Τελευταία επεξεργασία στις 12 Νοεμβρίου 2022, στις 02:08

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 12 Νοεμβρίου 2022, στις 02:08.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας