απευαισθητοποιήσεις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
απευαισθητοποιήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απευαισθητοποιώ
- θα απευαισθητοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απευαισθητοποιώ