αντιπροτείνω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιπροτείνω < αντι + προ + τείνω
Ρήμα επεξεργασία
αντιπροτείνω
- προτείνω κάτι αντίθετο ή εναλλακτικό σε όσα έχουν ήδη προταθεί, κάνω αντιπρόταση
- με κατηγορεί για απροσεξία, αλλά δεν αντιπροτείνει λύσεις
- παραθέτω αντίθετα επιχειρήματα
- δεν έχεις κάτι να αντιπροτείνεις στην επιχειρηματολογία μου;
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιπροτείνω