Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.

(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντιμεταβολή οι αντιμεταβολές
      γενική της αντιμεταβολής των αντιμεταβολών
    αιτιατική την αντιμεταβολή τις αντιμεταβολές
     κλητική αντιμεταβολή αντιμεταβολές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντιμεταβολή > λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αντιμεταβολή θηλυκό

  1. πρόταση συνιστάμενη από δύο φράσεις, όπου η δεύτερη σχηματίζεται από τις λέξεις της πρώτης, σε ανάστροφη σειρά, και κάποιες μικροδιαφορές (πχ αντικατάσταση κάποιον λέξεων, μεταβολή μερών του λόγου κτλ)
  2. (τεχνική του λόγου, τεχνική γραφής) η χρήση και η εφαρμογή της τεχνικής της αντιμεταβολής

  Μεταφράσεις επεξεργασία