πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντικατεστημένος η αντικατεστημένη το αντικατεστημένο
      γενική του αντικατεστημένου της αντικατεστημένης του αντικατεστημένου
    αιτιατική τον αντικατεστημένο την αντικατεστημένη το αντικατεστημένο
     κλητική αντικατεστημένε αντικατεστημένη αντικατεστημένο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντικατεστημένοι οι αντικατεστημένες τα αντικατεστημένα
      γενική των αντικατεστημένων των αντικατεστημένων των αντικατεστημένων
    αιτιατική τους αντικατεστημένους τις αντικατεστημένες τα αντικατεστημένα
     κλητική αντικατεστημένοι αντικατεστημένες αντικατεστημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

αντικατεστημένος, -η, -ο

 δείτε τη λέξη αντικαθιστώ

Μεταφράσεις

επεξεργασία