Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανθοπώλης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἀνθοπώλης
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ανθοπώλ
ης
οι
ανθοπώλ
ες
γενική
του
ανθοπώλ
η
των
ανθοπωλ
ών
αιτιατική
τον
ανθοπώλ
η
τους
ανθοπώλ
ες
κλητική
ανθοπώλ
η
ανθοπώλ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανθοπώλης
<
ελληνιστική κοινή
ἀνθοπώλης
<
ἄνθος
+
πωλῶ
. Συγχρονικά αναλύεται σε
ανθο-
+
-πώλης
Μια
ανθοπώλισσα
στο κατάστημά της.
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
an.θoˈpo.lis
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
αν
‐
θο
‐
πώ
‐
λης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ανθοπώλης
αρσενικό
(
θηλυκό
ανθοπώλισσα
,
ανθοπώλιδα
,
ανθοπώλις
)
(
επάγγελμα
)
που
πουλάει
άνθη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανθοπώλης
αγγλικά
:
florist
(en)
γαλλικά
:
fleuriste
(fr)
τουρκικά
:
çiçekçi
(tr)