Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανελεύθερος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἀνελεύθερος
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανελεύθερ
ος
η
ανελεύθερ
η
το
ανελεύθερ
ο
γενική
του
ανελεύθερ
ου
της
ανελεύθερ
ης
του
ανελεύθερ
ου
αιτιατική
τον
ανελεύθερ
ο
την
ανελεύθερ
η
το
ανελεύθερ
ο
κλητική
ανελεύθερ
ε
ανελεύθερ
η
ανελεύθερ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανελεύθερ
οι
οι
ανελεύθερ
ες
τα
ανελεύθερ
α
γενική
των
ανελεύθερ
ων
των
ανελεύθερ
ων
των
ανελεύθερ
ων
αιτιατική
τους
ανελεύθερ
ους
τις
ανελεύθερ
ες
τα
ανελεύθερ
α
κλητική
ανελεύθερ
οι
ανελεύθερ
ες
ανελεύθερ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανελεύθερος
<
αρχαία ελληνική
ἀνελεύθερος
<
ἀν-
+
ἐλεύθερος
Επίθετο
επεξεργασία
ανελεύθερος, -η, -ο
που δεν είναι
ελεύθερος
ιδίως ως προς το
πνεύμα
και το
φρόνημα
Συνώνυμα
επεξεργασία
δουλικός
δουλοπρεπής
Αντώνυμα
επεξεργασία
ελεύθερος
φιλελεύθερος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανελεύθερος
αγγλικά
:
illiberal
(en)
,
servile
(en)
,
illiberal
(en)