Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανατείνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἀνατείνω
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανατείνω
<
αρχαία ελληνική
ἀνατείνω
<
ἀνά
+
τείνω
Ρήμα
επεξεργασία
ανατείνω
(
λόγιο
)
τείνω
προς τα
πάνω
,
σηκώνω
,
υψώνω
Συγγενικά
επεξεργασία
ανάταση
→
δείτε
τις λέξεις
ανά
και
τείνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανατείνω
αγγλικά
:
raise up
(en)
,
lift up
(en)
,
elevate
(en)
γαλλικά
:
lever
(fr)
,
élever
(fr)