αναρχοκολεκτιβισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αναρχοκολεκτιβισμός < αναρχία + κολλεκτιβισμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
αναρχοκολεκτιβισμός αρσενικό
- επαναστατικό, αναρχικό δόγμα που υποστηρίζει την κατάργηση τόσο της κρατικής όσο και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, καθώς θεωρεί ότι αυτά ανήκουν σε όλους και πρέπει να ελέγχονται από τους ίδιους τους παραγωγούς
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αναρχοκολεκτιβισμός
|