αναξιοκρατικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αναξιοκρατικός < αναξιοκρατία
Επίθετο επεξεργασία
αναξιοκρατικός
- αυτός που έχει τα χαρακτηριστικά της αναξιοκρατίας, που δεν εκφράζει το ηθικό αλλά και συμφέρον σύστημα της ανταμοιβής του άξιου, αλλά στηρίζει τον ανάξιο, τον ανίκανο
- αναξιοκρατικό σύστημα προσλήψεων
- αναξιοκρατικές μεταθέσεις
- αναξιοκρατικές οι διαδικασίες αξιολόγησης
Μεταφράσεις επεξεργασία
αναξιοκρατικός
|