ανακυκλωμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαανακυκλωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ανακυκλωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ανακυκλωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ανακυκλωμένος