ανακυκλοφορία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανακυκλοφορία < ανα- + κυκλοφορία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.na.ci.klo.foˈɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐να‐κυ‐κλο‐φο‐ρί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίαανακυκλοφορία θηλυκό
- η ροή αερίου ή υγρού προς το εσωτερικό του αγωγού διέλευσης λόγω χαμηλότερης πίεσης του αέρα στο εσωτερικό.
- ※ Αύξηση της παροχής φρέσκου αέρα στις κεντρικές κλιματιστικές μονάδες, αποφυγή ανακυκλοφορίας του αέρα, συνεχή λειτουργία και τακτική συντήρηση, συστήνουν οι ειδικοί επιστήμονες για τα συστήματα εξαερισμού-κλιματισμού των δημόσιων κτιρίων και για την αποφυγή διάδοσης του κορωνοϊού SARS-CoV-2 μέσω αυτών. (Πέννυ Μπουλούτζα, Οι συστάσεις για κλιματισμό δημόσιων κτιρίων – Ακίνδυνα τα οικιακά, Η Καθημερινή, 15 Μαΐου 2020)
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανακυκλοφορία
|
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr