Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανήλιαστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Αντώνυμα
1.2.4
Συγγενικά
1.2.5
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανήλιαστ
ος
η
ανήλιαστ
η
το
ανήλιαστ
ο
γενική
του
ανήλιαστ
ου
της
ανήλιαστ
ης
του
ανήλιαστ
ου
αιτιατική
τον
ανήλιαστ
ο
την
ανήλιαστ
η
το
ανήλιαστ
ο
κλητική
ανήλιαστ
ε
ανήλιαστ
η
ανήλιαστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανήλιαστ
οι
οι
ανήλιαστ
ες
τα
ανήλιαστ
α
γενική
των
ανήλιαστ
ων
των
ανήλιαστ
ων
των
ανήλιαστ
ων
αιτιατική
τους
ανήλιαστ
ους
τις
ανήλιαστ
ες
τα
ανήλιαστ
α
κλητική
ανήλιαστ
οι
ανήλιαστ
ες
ανήλιαστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανήλιαστος
<
αν-
+
ηλιάζω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
ανήλιαστος
, -η, -ο
που δεν έχει
λιαστεί
, δεν έχει
εκτεθεί
στο φως του
ήλιου
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ανήλιαγος
Συνώνυμα
επεξεργασία
ανήλιος
Αντώνυμα
επεξεργασία
προσήλιος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις
λέξεις
ηλιάζω
και
ήλιος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανήλιαστος
αγγλικά
:
sunless
(en)
γαλλικά
: sans
soleil
(fr)