Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμφίκοιλος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
με τον αριθμό 2 υποδεικνύεται ένας
αμφίκοιλος
φακός
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αμφίκοιλ
ος
η
αμφίκοιλ
η
το
αμφίκοιλ
ο
γενική
του
αμφίκοιλ
ου
της
αμφίκοιλ
ης
του
αμφίκοιλ
ου
αιτιατική
τον
αμφίκοιλ
ο
την
αμφίκοιλ
η
το
αμφίκοιλ
ο
κλητική
αμφίκοιλ
ε
αμφίκοιλ
η
αμφίκοιλ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αμφίκοιλ
οι
οι
αμφίκοιλ
ες
τα
αμφίκοιλ
α
γενική
των
αμφίκοιλ
ων
των
αμφίκοιλ
ων
των
αμφίκοιλ
ων
αιτιατική
τους
αμφίκοιλ
ους
τις
αμφίκοιλ
ες
τα
αμφίκοιλ
α
κλητική
αμφίκοιλ
οι
αμφίκοιλ
ες
αμφίκοιλ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αμφίκοιλος
<
αμφι-
+
κοίλος
Επίθετο
επεξεργασία
αμφίκοιλος, -η, -ο
κοίλος
και από τις δύο του πλευρές
αμφίκοιλος
φακός
Αντώνυμα
επεξεργασία
αμφίκυρτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αμφίκοιλος
αγγλικά
:
biconcave
(en)
γαλλικά
:
biconcave
(fr)