αμμοχάλικο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίααμμοχάλικο ουδέτερο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- αμμοχαλικοστρωμένος
- αμμοχαλικόστρωτος
- → δείτε τις λέξεις άμμος και χαλίκι