Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αμετροέπεια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἀμετροεπία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αμετροέπει
α
οι
αμετροέπει
ες
γενική
της
αμετροέπει
ας
των
αμετροεπει
ών
αιτιατική
την
αμετροέπει
α
τις
αμετροέπει
ες
κλητική
αμετροέπει
α
αμετροέπει
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αμετροέπεια
<
(
διαχρονικό
δάνειο
)
ελληνιστική κοινή
ἀμετροεπία
<
αρχαία ελληνική
ἀμετροεπής
<
ἄμετρος
+
ἔπος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αμετροέπεια
θηλυκό
η
έλλειψη
μέτρου
στα
λόγια
Συγγενικά
επεξεργασία
αμετροεπής
Συνώνυμα
επεξεργασία
μεγαλορρημοσύνη
πολυλογία
φλυαρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αμετροέπεια
(
ελληνιστική κοινή
)
:
ἀμετροεπία
αγγλικά
:
garrulity
(en)
,
verbosity
(en)
γαλλικά
:
bavardage
(fr)