Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αλλοστατικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αλλοστατικ
ός
η
αλλοστατικ
ή
το
αλλοστατικ
ό
γενική
του
αλλοστατικ
ού
της
αλλοστατικ
ής
του
αλλοστατικ
ού
αιτιατική
τον
αλλοστατικ
ό
την
αλλοστατικ
ή
το
αλλοστατικ
ό
κλητική
αλλοστατικ
έ
αλλοστατικ
ή
αλλοστατικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αλλοστατικ
οί
οι
αλλοστατικ
ές
τα
αλλοστατικ
ά
γενική
των
αλλοστατικ
ών
των
αλλοστατικ
ών
των
αλλοστατικ
ών
αιτιατική
τους
αλλοστατικ
ούς
τις
αλλοστατικ
ές
τα
αλλοστατικ
ά
κλητική
αλλοστατικ
οί
αλλοστατικ
ές
αλλοστατικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
επεξεργασία
αλλοστατικός
(el)
αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο
επαναρρυθμιστικός ώστε να διατηρήσει την ισορροπία